Ο μυστηριώδης θάνατος της Ελένης Παπαδοπούλου, χήρας του πρώην υπουργού Βόρειας Ελλάδος του ΠΑΣΟΚ, Γιάννη Παπαδόπουλου, επανέρχεται στο προσκήνιο τριάμισι χρόνια μετά, αναζωπυρώνοντας τα ερωτήματα γύρω από τις συνθήκες του
τραγικού συμβάντος.
Η άτυχη γυναίκα είχε βρεθεί απανθρακωμένη μέσα στο διαμέρισμά της στο Κολωνάκι, μαζί με τη γάτα της. Τότε, όλοι πίστεψαν πως επρόκειτο για τραγικό δυστύχημα.
Ωστόσο, η υπόθεση αποκτά νέα τροπή, καθώς με εντολή του Εισαγγελέα διατάχθηκε επανεξέταση των στοιχείων και πλέον την ερευνά το Τμήμα Ανθρωποκτονιών.
Το θέμα ήρθε ξανά στο φως μέσα από την εκπομπή «Φως στο Τούνελ» με την Αγγελική Νικολούλη, η οποία επέστρεψε το βράδυ της Παρασκευής για τη 31η τηλεοπτική της σεζόν, ανοίγοντας την αυλαία με αυτή τη συγκλονιστική υπόθεση.
Όλα ξεκίνησαν τον Ιανουάριο του 2022, μια ηλικιωμένη γυναίκα βρήκε φρικτό θάνατο, όταν το διαμέρισμά της στην καρδιά του Κολωνακίου τυλίχθηκε ξαφνικά στις φλόγες. Αρχικά, όλοι έκαναν λόγο για ένα τραγικό δυστύχημα. Σήμερα όμως η υπόθεση ερευνάται από το ανθρωποκτονιών με εντολή Εισαγγελέα.
Η γυναίκα ήταν η χήρα του πρώην υπουργού Βορείου Ελλάδος της κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου, Γιάννη Παπαδόπουλου.
Η εκπομή «Φως στο Τούνελ» βρέθηκε στην πολυκατοικία όπου εκτυλίχθηκε η τραγωδία. Το διαμέρισμα της άτυχης ηλικιωμένης παραμένει εγκαταλελειμμένο∙ παγωμένο στον χρόνο, σαν να κρατάει ακόμα το μυστικό εκείνης της μοιραίας νύχτας.
«Ξέραμε μόνο ότι έμενε μόνη της. Είχε έναν γιο που κάποιες φορές της έφερνε πράγματα. Μάθαμε ότι μάλλον κάπνιζε και πως η φωτιά ξεκίνησε από το τσιγάρο της. Οι ζημιές ήταν τεράστιες, ειδικά στο διαμέρισμα της και σε αυτό που είναι ακριβώς κάτω από το δικό της. Από τότε, ούτε ο γιος της εμφανίστηκε ξανά, ούτε το σπίτι αποκαταστάθηκε. Ακόμα και σήμερα, η κάπνα είναι διάχυτη παντού…», αναφέρει χαρακτηριστικά μια ένοικος.
Το πιο περίεργο, όμως, είναι κάτι άλλο: εκείνη την ημέρα, σύμφωνα με μαρτυρίες, κανείς δεν βρισκόταν στην πολυκατοικία.
«Η γυναίκα βρέθηκε απανθρακωμένη. Δεν τη γνωρίζαμε, δεν έβγαινε ποτέ. Την ιστορία της δεν την ξέραμε, μόνο τον γιο της γνωρίζαμε», συμπληρώνει.
Έξω από το διαμέρισμά της, τα σημάδια της τραγωδίας είναι ακόμη χαραγμένα στους τοίχους. Το ταμπελάκι με το όνομα του συζύγου της μένει άθικτο στην πόρτα∙ μια σιωπηλή υπενθύμιση του παρελθόντος.
Η έρευνα του «Τούνελ» συνεχίστηκε στην πολυκατοικία επί της οδού Λυκαβηττού στο Κολωνάκι που το Γενάρη του 2022 έφυγε έτσι τραγικά από τη ζωή η Ελένη Παπαδοπούλου.
Εκεί μίλησε ένας άλλος ένοικος της πολυκατοικίας της.
«Την ημέρα της φωτιάς ήταν εδώ μόνο ο κάτοικος του τετάρτου ορόφου. Μου είπε ότι κατάλαβε την φωτιά ξαφνικά και πήρε την πυροσβεστική αλλά ποτέ δεν πήγαν για κατάθεση. Η καημένη είχε έναν χώρο που κοιμόταν και έβλεπε τηλεόραση και εκεί βρέθηκε καμένη μαζί με την γάτα της. Δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει όλο το σπίτι. Κατά τη γνώμη μου κοιμήθηκε με το τσιγάρο αναμμένο και της έπεσε από το χέρι και πήρε φωτιά», λέει ο γείτονας της.
«Γνώριζα πολύ καλά και την ίδια και το σύζυγό της, τον υπουργό. Ήταν και οι δυο ιδιαίτερα συμπαθείς αλλά ιδίως ο υπουργός. Μιλάμε για έναν ευγενέστατο άνθρωπο. Έμεναν χρόνια στο Κολωνάκι, τους θυμάμαι από όταν ήμουν μωρό. Ήρεμοι άνθρωποι ήταν. Οι μοναδικές εντάσεις που υπήρχαν ήταν με το γιο. Ερχόταν σπάνια να δει την μητέρα του γιατί δεν είχαν καλές σχέσεις. Τους άκουγα όταν ερχόταν που βριζόντουσαν και τσακώνονταν. Για μένα το χειρότερο είναι ότι την είχε την μάνα του κλειδωμένη και δεν μπορούσε να βγει έξω. Πολλές φορές φανταστείτε που της παράγγελνε φαγητό μου χτυπούσαν εμένα το κουδούνι γιατί δεν άκουγε, της έπαιρνα το φαγητό, και μου άνοιγε το τζάμι της πόρτας για να το δώσω», αναφέρει.
Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή Γρηγόρη Λέων, τα στοιχεία δείχνουν ότι «την ώρα που κάηκε, η γυναίκα ήταν ήδη νεκρή και δεν πρόλαβε να εισπνεύσει καπνό», γεγονός που ενισχύει τα ερωτήματα γύρω από τον τρόπο που έχασε τη ζωή της.
Η δημοσιογραφική ομάδα της εκπομπής επέστρεψε στην πολυκατοικία, όπου και συνάντησε έναν ακόμηγείτονα, ο οποίος μίλησε για την εμπλοκή του Τμήματος Ανθρωποκτονιών. Ο άνδρας, φανερά επιφυλακτικός, είπε: «Α, το ψάχνετε κι εσείς… Γιατί ήρθε πάλι η Αστυνομία στη γειτονιά μας. Δύο φορές. Την τελευταία μάλιστα από το Τμήμα Ανθρωποκτονιών».
Όπως εξήγησε, είχε καταθέσει αρχικά στο Ανακριτικό της Πυροσβεστικής, αλλά στη συνέχεια τον κάλεσαν και οι αστυνομικοί του Ανθρωποκτονιών. «Με ρώτησαν για τη γυναίκα… πόσο καλά την ήξερα, αν την έβλεπα τον τελευταίο καιρό…» είπε χαμηλώνοντας τη φωνή.
Όταν ο δημοσιογράφος τον ρώτησε αν είδε κάτι, εκείνος απάντησε κοφτά: «Κοιτάξτε… Έχω οικογένεια, παιδιά. Η γυναίκα έφυγε. Δεν υπάρχει λόγος να πω περισσότερα». Στην ερώτηση αν φοβάται, απάντησε με νόημα: «Εσείς τι λέτε…;». Και όταν ρωτήθηκε τι πιστεύει για τον θάνατο της γυναίκας, είπε: «Δε νομίζω πως ήταν ατύχημα. Και δε λέω τίποτα άλλο. Τελειώσαμε…».
Η «αρχόντισσα του Κολωνακίου», όπως τη χαρακτήριζαν οι γείτονές της, σκεφτόταν να πουλήσει το σπίτι της. Δεν αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας – μόνο κάποια κινητικά ζητήματα λόγω ηλικίας, για τα οποία χρησιμοποιούσε πι. Όπως σημειώνουν οι μαρτυρίες, ήταν ενεργή και ανεξάρτητη, κάτι που καθιστά ακόμα πιο παράξενο τον τρόπο που πέθανε.
Οι Αρχές, ύστερα από εισαγγελική εντολή, έχουν ξεκινήσει εκ νέου έρευνα για την υπόθεση. «Το μόνο που γνωρίζω είναι ότι υπάρχει μια κινητικότητα των αρχών. Κλήθηκα κι εγώ να καταθέσω, όπως και έκανα. Περιμένουμε να μάθουμε νεότερα», δήλωσε μάρτυρας στην εκπομπή.
Στο μεταξύ, η κάμερα του «Τούνελ» αναζήτησε τη Γεωργιανή οικιακή βοηθό που θα ξεκινούσε να εργάζεται στο σπίτι της Παπαδοπούλου εκείνη την ημέρα. Η γυναίκα είχε μετακομίσει, αλλά μίλησε στον δημοσιογράφο: «Όσα είχα να πω τα είπα στην αστυνομία που με κάλεσε ξανά και ξανά. Δεν ξέρω απολύτως τίποτα… Δεν την ήξερα την κυρία, δεν την έχω δει ποτέ. Εκείνη την ημέρα θα πήγαινα πρώτη φορά στο σπίτι της. Δεν πρόλαβα ούτε να τη δω…».
Η κόρη της, περιγράφοντας το σοκ που βίωσε η μητέρα της, ανέφερε: «Πρώτη μέρα θα πήγαινε σε αυτό το σπίτι και συνέβη αυτό. Ήταν σοκαρισμένη. Πέρασαν τρία χρόνια και την έχουν καλέσει τόσες φορές στην αστυνομία…». Σε ερώτηση για το αν εκείνο το απόγευμα η μητέρα της είχε ραντεβού με τον γιο της ηλικιωμένης, απάντησε πως δεν γνωρίζει τίποτα και έκλεισε τη γραμμή.
Εκ νέου έρευνα για τον θάνατο της Ελένης Παπαδοπούλου
Η «αρχόντισσα του Κολωνακίου», όπως αποκαλύπτει η ίδια πηγή, σκεφτόταν να πουλήσει το σπίτι της. Προβλήματα υγείας δεν αντιμετώπιζε. Μια ασπιρίνη έπαιρνε που και που και το έλεγε με καμάρι. Το μόνο που είχε ήταν κάποια κινητικά προβλήματα λόγω ηλικίας και για αυτό χρησιμοποιούσε ένα πι για τις μετακινήσεις της».
Όπως επισημαίνει, οι Αρχές έχουν ξεκινήσει εκ νέου έρευνα για την υπόθεση, μετά από εισαγγελική εντολή.
«Το μόνο που γνωρίζω είναι ότι υπάρχει μια κινητικότητα των αρχών. Κλήθηκα και εγώ να καταθέσω, όπως και έκανα. Περιμένουμε να μάθουμε νεότερα», καταλήγει. «Θα έπιανα δουλειά στο σπίτι της την ημέρα που κάηκε, δεν την ήξερα»
Στην καρδιά της Αθήνας, η κάμερα της εκπομπής «Φως στο Τούνελ» αναζήτησε την γυναίκα που θα αναλάμβανε τη φροντίδα της άτυχης ηλικιωμένης που βρέθηκε καμένη στο διαμέρισμα της. Πρόκειται για μια οικιακή βοηθό από τη Γεωργία. Ο δημοσιογράφος βρέθηκε στην πολυκατοικία όπου διέμενε η γυναίκα αλλά είχε μετακομίσει σε άλλη περιοχή.
«Όσα είχα να πω τα είπα στην αστυνομία που με κάλεσε ξανά και ξανά. Δεν ξέρω απολύτως τίποτα… Δεν την ήξερα την κυρία, δεν την έχω δει ποτέ. Το έχω καταθέσει πάρα πολλές φορές… Εκείνη την ημέρα θα πήγαινα πρώτη φορά στο σπίτι της εγώ. Δεν πρόλαβα ούτε να την δω…».
Η κόρη της Γεωργιανής οικιακής βοηθού, μίλησε και για το σοκ που υπέστη εκείνη την ημέρα.
«Πρώτη μέρα θα πήγαινε σε αυτό το σπίτι και συνέβη αυτό. Σοκαρισμένη ήταν. Πέρασαν τρία χρόνια από τότε και έχει πάει τόσες φορές στην αστυνομία…», λέει χαρακτηριστικά.
Σε ερώτηση του δημοσιογράφου αν εκείνο το απόγευμα, η μητέρα της είχε ραντεβού με τον γιο της ηλικιωμένης, προκειμένου να την πάει στο σπίτι της για να δουλέψει και φτάνοντας είδε τη φωτιά, εκείνη απάντησε πως δεν γνωρίζει τίποτα και έκλεισε το τηλέφωνο…
Η εκπομπή «Φως στο Τούνελ» με την Αγγελική Νικολούλη συνέχισε την έρευνά της για τον μυστηριώδη θάνατο της Ελένης Παπαδοπούλου, χήρας του πρώην υπουργού Βόρειας Ελλάδος του ΠΑΣΟΚ, Γιάννη Παπαδόπουλου. Η δημοσιογράφος εντόπισε και μίλησε με τον γιο της άτυχης γυναίκας, ο οποίος περιέγραψε με συγκίνηση τα γεγονότα της μοιραίας ημέρας, αλλά και τις απορίες του για την εκ νέου έρευνα της υπόθεσης.
«Απορώ γιατί ερευνούν τώρα την υπόθεση…», είπε αρχικά, εξηγώντας ότι ενημερώθηκε από την ίδια τη Νικολούλη για την εισαγγελική παρέμβαση που ζητά περαιτέρω διερεύνηση, ακόμη και για ενδεχόμενη εγκληματική ενέργεια.
«Δεν μπορώ να καταλάβω από πού κι ως πού… Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιο θέμα, γιατί το σπίτι ήταν κλειστό. Παρ’ όλα αυτά, καλό είναι να γίνει όποια έρευνα χρειάζεται», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Εμφανώς συγκινημένος, ο γιος της περιέγραψε λεπτό προς λεπτό τι αντίκρισε όταν έφτασε στο φλεγόμενο διαμέρισμα. «Όταν έφτασα, δεν φαινόταν τίποτα, μόνο λίγος καπνός. Ένας αστυνομικός κοιτούσε απέξω, ήταν αυτός που είχε ειδοποιήσει την Πυροσβεστική. Τον ρώτησα τι γίνεται και έτρεξα να μπω μέσα. Μόλις άνοιξα την εξώπορτα, η φωτιά φούντωσε. Τα παράθυρα ήταν ολόκλειστα. Έκαψα το χέρι μου, ευτυχώς δεν μπήκα ολόκληρος, αλλιώς θα είχα καεί κι εγώ».
Σύμφωνα με όσα του είπαν οι πυροσβέστες, η φωτιά είχε ξεκινήσει ώρες πριν. «Σιγόκαιγε μέσα για πολύ ώρα. Οι τοίχοι ήταν όλοι μαυρισμένοι. Το έχω αφήσει όπως ήταν τότε…» είπε, συγκλονισμένος.
Όταν η δημοσιογράφος τον ρώτησε πού βρισκόταν η μητέρα του τη στιγμήπου ξέσπασε η φωτιά, εκείνος απάντησε: «Ήταν καθισμένη στον αγαπημένο της καναπέ, στο σαλονάκι. Εκεί όπου καθόταν πάντα. Η κλειδαριά ήταν ζεστή. Μόλις άνοιξα, έκανε ένα “πουφ” και η φλόγα ήρθε πάνω μου. Προσπάθησα να μπω, αλλά δεν κατάφερα να φτάσω ούτε μισό μέτρο. Οι πυροσβέστες μου είπαν πως η μητέρα μου ήταν ήδη αποτεφρωμένη. Εύχομαι κανείς να μη δει ποτέ δικό του άνθρωπο έτσι, όπως είδα τη μανούλα μου…».
Η Αγγελική Νικολούλη τον ρώτησε αν η μητέρα του είχε τη δυνατότητα να σωθεί. Ο ίδιος απάντησε πως, αν και αντιμετώπιζε κινητικά προβλήματα, μπορούσε να περπατήσει με το πι της. «Ίσως αποκοιμήθηκε από τον καπνό ή ξεψύχησε με το τσιγάρο στο χέρι», είπε. «Οι πυροσβέστες μου είπαν πως μάλλον κάτι τέτοιο συνέβη. Ήταν φανατική καπνίστρια… Είχαμε μόνιμο πόλεμο γι’ αυτό».
Όταν ρωτήθηκε αν αντιλήφθηκε κάποια περίεργη μυρωδιά ή ίχνη εύφλεκτου υλικού, ήταν κατηγορηματικός: «Όχι, τίποτα. Ξέρω από αυτά, είμαι βιολόγος. Αν είχε πέσει κάτι, θα το καταλάβαινα. Αλλά και να μου ξέφευγε, οι ειδικοί της Πυροσβεστικής θα το είχαν εντοπίσει».
Ο γιος αποκάλυψε ακόμη ότι εκείνη την ημέρα θα πήγαινε στη μητέρα του μια καινούργια οικιακή βοηθό, γεωργιανής καταγωγής. «Είχε φύγει η προηγούμενη και είχα βρει μια καινούργια. Την πήγαινα στο σπίτι εγώ. Μόλις όμως άνοιξα την πόρτα και ξέσπασε η φωτιά, μάλλον τρόμαξε και εξαφανίστηκε. Από τότε δεν την έχω ξαναδεί», δήλωσε.
Αναφερόμενος στη φροντίδα της μητέρας του, είπε πως την επισκεπτόταν μέρα παρά μέρα και δεν είχε δει ποτέ κάτι ύποπτο. «Ίσα-ίσα, ήμασταν χαρούμενοι. Ετοίμαζα να την πάρω μαζί μου στη Σαμοθράκη για έναν χρόνο. Εκείνη ήθελε να πουλήσουμε το σπίτι».
Όταν η δημοσιογράφος τον ρώτησε για τα κοσμήματα της μητέρας του, απάντησε ότι τα είχε πουλήσει καιρό πριν. «Τα είχε πουλήσει όλα. Είχαμε κόντρα για τα τσιγάρα που κάπνιζε. Ζητούσε από τους γείτονες να της αγοράζουν πακέτα».
Για τους καβγάδες που, σύμφωνα με μαρτυρίες, ακούγονταν συχνά, απάντησε πως «είχαμε τις εντάσεις μας, όπως όλες οι μαμάδες με τα παιδιά τους».
Συγκλονιστική ήταν η περιγραφή του για τη στιγμή που αντίκρισε το εσωτερικό του διαμερίσματος μετά την κατάσβεση: «Έβλεπα τη φλόγα απ’ έξω. Όταν οι πυροσβέστες τελείωσαν, μπήκα μέσα και φώναζα γιατί ήλπιζα πως είχε προλάβει να πάει στα πίσω δωμάτια. Η γατούλα της ήταν κουλουριασμένη κάτω από τον καναπέ. Πέθανε από ασφυξία. Από τον καπνό έγινε αυτό και με τη μανούλα μου… ή έπαθε κάτι παθολογικό».
Ο ίδιος αποκάλυψε ότι είχαν συζητήσει να τη βάλουν σε οίκο ευγηρίας, αλλά εκείνη αρνήθηκε κατηγορηματικά. «Εκείνη τη μέρα ήμουν πολύ στενοχωρημένος. Αν είχα πάει λίγο νωρίτερα, όλα θα ήταν αλλιώς», είπε.
Σύμφωνα με τον ίδιο και τα ευρήματα της Πυροσβεστικής, η φωτιά ξεκίνησε από κάφτρα τσιγάρου. «Οι άντρες του ανακριτικού με διαβεβαίωσαν ότι το κακό είχε γίνει πολλές ώρες πριν, ίσως πάνω από οκτώ. Ο καναπές, το τραπεζάκι και το πάτωμα είχαν εξαφανιστεί εντελώς. Είχαν γίνει άσπρη στάχτη από αργή καύση. Από τη στιγμή που άνοιξα την πόρτα, έκανε ρεύμα και έσπασαν τα παράθυρα. Η φωτιά έκαψε για λίγα λεπτά, γι’ αυτό και η ζημιά ήταν μικρή».
Η παρέμβαση του γιου της στην εκπομπή
Κατά τη διάρκεια της εκπομπής, ο γιος του θύματος παρενέβη τηλεφωνικά, αποκαλύπτοντας ένα σημαντικόστοιχείο: στη ντουλάπα, δίπλα στο σημείο όπου ξεψύχησε η μητέρα του, υπήρχαν εύφλεκταυλικά. Η μαρτυρία του προκάλεσε νέο κύμα ερωτημάτων και ανησυχίας γύρω από τις συνθήκες του θανάτου της.
Η Αγγελική Νικολούλη ανέφερε: «Οι συγγενείς είναι σοκαρισμένοι με αυτές τις εξελίξεις. Είχαν επαναπαυθεί οι περισσότεροι – αυτό λένε – θεωρώντας ότι είχε καεί από τσιγάρο. Και ακούγοντας τώρα όλες αυτές τις εξελίξεις και βλέποντας, ας πούμε, γιατί είχαν ήδη καταθέσει οι περισσότεροι στις Αρχές, έχουν πάθει σοκ. Αλλά ξέρετε τι αναρωτιούνται; Αυτό που λέγαμε πριν: πώς είναι δυνατόν να υπήρχε αυτή η εικόνα από την αρχή και να φτάνουμε κοντά στα τέσσερα χρόνια, με την υπόθεση να βρίσκεται ακόμα στο Ανθρωποκτονιών και να ερευνάται; Και φυσικά, γιατί από την αρχή δεν είχε γίνει κάτι. Αυτό είναι το τραγικό· και αυτό αναρωτιούνται όλοι».
Λίγα λεπτά αργότερα, συνεργάτης της εκπομπής συμπλήρωσε: «Μας βοηθάει ο γιος της στην έρευνα, δηλαδή, τώρα – όπως βλέπετε – εξελίσσεται. Και λέει ότι πρώτη φορά ακούει, βεβαίως, για την ύποπτη οσμή, αλλά σκέφτεται και μια πιθανή εξήγηση: στο βάθος του καμένου γραφείου, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα από τον χώρο όπου κάηκε και η μητέρα του, υπάρχει μια μισοκαμμένη ντουλάπα που είχε ιατρικά υλικά του πατέρα του, ο οποίος ήταν γιατρός. Όμως θυμάται ότι υπήρχαν σε εκείνη τη ντουλάπα μπουκαλάκια με υγρά, όπως αιθυλική αλκοόλη, λευκή βενζίνη και ασετόν, τα οποία πιθανόν να χύθηκαν και να προκάλεσαν αυτή την ύποπτη οσμή. Επισημαίνει για ακόμη μία φορά ότι ο χώρος δεν έχει πειραχθεί και θα μπορούσε να ελεγχθεί εκ νέου, να γίνει μια νέα αυτοψία από τις Αρχές, ώστε να διαπιστωθεί τι ακριβώς συνέβη και να μπορέσει κι εκείνος να βεβαιωθεί».
«Ήταν κλειδωμένη, αλλά το κλειδί το είχε»
«Η μητέρα μου είχε το κλειδί κρυμμένο σε μια εταζέρα που υπήρχε στο χολ. Το βρήκα όταν καθάρισα μετά και έβαψα το σπίτι. Ήταν κλειδωμένη η πόρτα πάντα αλλά το κλειδί ήταν στο ντουλαπάκι. Επειδή ο αφαλός της πόρτας είναι 70 ετών και δεν αλλάζει, έχουμε μόνο τα παλιά κλειδιά και αν δεν ξέρεις, ανοίγει με δυσκολία».
Αναφορικά με τη συχνότητα της επικοινωνίας μεταξύ τους ο άνδρας λέει ότι κατ΄εξαίρεση εκείνη την ημέρα δεν είχαν μιλήσει το πρωί παρά το γεγονός ότι σε καθημερινή βάση μιλούσαν ανά τακτά διαστήματα στο τηλέφωνο.
«Ήταν δύο φωτιές, η μία ήταν σύντομη δεκάλεπτη που έσβησε και έκανε το μαύρισμα μόνο στην είσοδο από φλόγα και η άλλη ήταν πολύωρη με μονοξείδιο του άνθρακα. Η καύση από τσιγάρο ήταν χωρίς φωτιά επί πολλές ώρες, όλο το βράδυ, μου λένε οι πυροσβέστες από την αιθάλη που έχουν οι τοίχοι πρέπει να είναι πάνω από οκτώ ώρες η φωτιά που σιγόκαιγε μόνο σε εκείνο το σημείο, στον καναπέ και στο παρκέ», καταλήγει.
«Δυστυχώς είχα προβλέψει ότι θα καεί…»
Ο γιος της άτυχης Ελένης Παπαδοπούλου μιλά στην Αγγελική Νικολούλη για τη σοκαριστική μέρα που άλλαξε τη ζωή του. «Εμένα πάντως με είχαν καθησυχάσει οι πυροσβέστες και οι ανακριτές ότι αυτό το είδος φωτιάς ήταν από καύτρα. Μου είπαν ότι κάποιος που βάζει εσκεμμένα φωτιά δημιουργεί φλόγα που εξαπλώνεται με διαφορετικό τρόπο. Εδώ η φωτιά εξελίχθηκε ακαριαία, μέσα σε δευτερόλεπτα, όπως ακριβώς έγινε τη στιγμή που άνοιξα την πόρτα.»
Και συνεχίζει: «Το φαινόμενο αυτό το έχω δει και σε ντοκιμαντέρ στο National Geographic. Ονομάζεται “στιγμιαία αυτανάφλεξη”. Συνήθως βρίσκουν ανθρώπους καμένους πάνω στο κρεβάτι, με καμένο το μισό σώμα, τους τοίχους μαυρισμένους και τη φωτιά ήδη σβησμένη. Το τραγικό είναι πως το είχα προβλέψει. Της το έλεγα σχεδόν καθημερινά… ότι θα καεί απ’ το τσιγάρο, αν δεν προσέχει. Και δυστυχώς έτσι έγινε.»
Η μαρτυρία του γιου της Ελένης Παπαδοπούλου προσθέτει ένα ακόμη κρίκο στην αλυσίδα των στοιχείων που ερευνούν οι αρχές για τη μυστηριώδη αυτή υπόθεση στο Κολωνάκι.