Tα stablecoins, μία κατηγορία κρυπτονομισμάτων ελάχιστα γνωστή πριν από λίγα χρόνια, έχουν αναπτύξει πλέον μία τέτοια δυναμική στο παγκόσμιο σύστημα πληρωμών, ώστε να αποτελούν αντικείμενο συστηματικής παρακολούθησης και μελέτης από τις
Η κεφαλαιοποίησή των stablecoins αυξήθηκε 100 φορές την τελευταία 6ετία, από περίπου 3 δισ. δολάρια το 2019 σε σχεδόν 300 δισ. δολάρια στο τέλος Σεπτεμβρίου 2025, με το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ να προβλέπει ότι θα εκτιναχθεί στα 2 τρισ. δολάρια το 2028. Ως μέτρο σύγκρισης, η συνολική κεφαλαιοποίηση των κρυπτονομισμάτων (ή token όπως επίσης αποκαλούνται) αγγίζει σήμερα τα 3,7 τρισ. δολάρια, κυρίως λόγω της θεαματικής αύξησης της τιμής του bitcoin.
Σε αντίθεση, όμως, με το bitcoin και άλλα token, τα stablecoins δεν προσελκύουν αγοραστές με την προοπτική να επιτύχουν γρήγορα και υψηλά κέρδη από τις αυξήσεις των τιμών τους. Το δέλεαρ τους είναι η δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν άμεσα για πληρωμές σε όλο τον κόσμο με κόστος χαμηλότερο σε σχέση με τις πληρωμές μέσω τραπεζών, με την αξία τους να μένει σταθερή έναντι ενός μεγάλου νομίσματος, με τα περισσότερα να έχουν σήμερα από το καταστατικό τους μία ισοτιμία 1:1 με το δολάριο ΗΠΑ. Τα stablecoins δεν προσφέρουν κατά κανόνα κάποια σταθερή απόδοση στους κατόχους τους, αν και κάποιες πλατφόρμες δίνουν τέτοιες αποδόσεις. Αυτό, όπως αναφέρει το ΔΝΤ στην τελευταία έκθεσή του, τα καθιστά λιγότερο ελκυστικά από τις τοποθετήσεις σε αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν στην αγορά χρήματος.
Ουσιαστικά, τα stablecoins αποτελούν κάτι ενδιάμεσο μεταξύ των κλασικών κρυπτονομισμάτων, τύπου bitcoin, και των πραγματικών νομισμάτων. Η κατάταξή τους στην κατηγορία των κρυπτονομισμάτων οφείλεται στο ότι είναι ψηφιακά νομίσματα, τα οποία δεν εκδίδουν κεντρικές τράπεζες αλλά ιδιωτικές εταιρείες και δημιουργούνται μέσω του μηχανισμού blockchain. Η ομοιότητά τους με τα πραγματικά νομίσματα έγκειται στο ότι χρησιμοποιούνται ως μέσα πληρωμών και έχουν μία σταθερή ισοτιμία, αν και αυτή δεν έχει διασφαλιστεί σε όλες τις περιπτώσεις στο παρελθόν.
Η αγορά των stablecoins κυριαρχείται σήμερα απόλυτα από αμερικανικές εταιρείες, στις οποίες αντιστοιχεί το 99% της κεφαλαιοποίησης των 300 δισ. δολαρίων, ενώ η Ευρώπη είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη με μόλις το 0,1% της συνολικής αγοράς (περίπου 300 εκατ. ευρώ). Οι δύο μεγαλύτερες με διαφορά αμερικανικές εταιρείες είναι η Tehter που εκδίδει το USDT και η Circle με το USDC.
Για να διασφαλίσουν τη δυνατότητα μετατροπής των stablecoins σε δολάρια με την ισοτιμία 1:1, οι εταιρείες που τα εκδίδουν επενδύουν τα ποσά που παίρνουν από τους πελάτες τους σε εύκολα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία, όπως κυρίως ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου και τραπεζικές καταθέσεις.
Το πώς πρέπει να επενδύουν τα διαθέσιμά τους προβλέπεται αναλυτικά από τον νόμο GENIOUS (Guiding and Establishing National Innovation for US Stablecoins Act ) που ψηφίστηκε τον Ιούλιο στις ΗΠΑ, διαμορφώνοντας το πλαίσιο για τη χρήση των stablecoins ως μέσων πληρωμών. Με τον νόμο αυτό διευκολύνεται η έκδοση stablecoins από ιδιωτικές εταιρείες, οι οποίες υπόκεινται βέβαια σε εποπτεία για την τήρηση των υποχρεώσεων τους από τις ρυθμιστικές Αρχές. Αντίστοιχο νομοθετικό πλαίσιο έχει και η Ευρωπαϊκή Ενωση (Markets in Crypto-Assets Regulation ή MiCA), αν και ο νόμος των ΗΠΑ θεωρείται κάπως πιο «χαλαρός».
Η υπόσχεση για άμεσες διασυνοριακές μεταβιβάσεις χρημάτων με χαμηλό κόστος έχουν παρακινήσει και μεγάλες επιχειρήσεις να ασχοληθούν με τα stablecoins. Για παράδειγμα, η PayPal έχει εκδώσει από το 2023 το δικό της token, η Amazon και η Walmart εξετάζουν το ενδεχόμενο αυτό και τραπεζικοί κολοσσοί κινούνται επίσης στην κατεύθυνση αυτή. Για εξαγωγικές επιχειρήσεις, η χρήση από πελάτες των stablecoins θα μείωνε επίσης το συναλλαγματικό ρίσκο και το κόστος κάλυψης του. Για ιδιώτες και επιχειρήσεις σε χώρες με υψηλό πληθωρισμό και δυσκολία πρόσβασης σε ξένο συνάλλαγμα, η αγορά των stablecoins θα τους εξασφάλιζε επίσης από την απώλεια της αξίας των χρημάτων τους.
Αυτοί οι λόγοι εξηγούν γιατί έχουν κτυπήσει το τελευταίο διάστημα καμπανάκια για τα stablecoins και στην Ευρώπη. Μία ομάδα οκτώ ευρωπαϊκών τραπεζών, μεταξύ των οποίων η UniCredit, ανακοίνωσαν τον Σεπτέμβριο ότι προχωρούν στην έκδοση stablecoin σε ευρώ, το οποίο θα αποτελέσει μία εναλλακτική στα αμερικανικά token και θα παρέχει τη δυνατότητα για σχεδόν άμεσες πληρωμές και διακανονισμούς με χαμηλό κόστος καθώς και 24ωρη πρόσβαση σε αποτελεσματικές διασυνοριακές πληρωμές.
Η εξάπλωση των stablecoins ήταν και στην ατζέντα του Eurogroup της περασμένης εβδομάδας, όπου έγινε συζήτηση για το θέμα. Από τις δηλώσεις που έγιναν μετά τη συνεδρίαση φάνηκε η σημασία που αποδίδεται σε αυτά. Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, δήλωσε ότι «το ζήτημα των stablecoins απαιτεί να βρούμε το σωστό σημείο ισορροπίας ανάμεσα στα ρίσκα και στις ευκαιρίες» και πρόσθεσε: «Τα stablecoins δεν είναι πειραματικές τεχνολογίες. Αποτελούν πλέον ένα καθιερωμένο νομισματικό μέσο, το οποίο όμως οφείλει στο ευρωπαϊκό πλαίσιο να συμμορφώνεται με τη MiCA, τον ευρωπαϊκό κανονισμό για την αγορά των κρυπτοπεριουσιακών στοιχείων. Στο πλαίσιο αυτό, δεν πρέπει να αποκλείσουμε την Ευρώπη με υπέρμετρους περιορισμούς από τον υπόλοιπο κόσμο».
Σε ανάλογο μήκος κύματος ήταν και οι δηλώσεις του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Πιερ Γκραμένια, ο οποίος είπε ότι «η Ευρώπη δεν πρέπει να εξαρτάται από τα stablecoins με νόμισμα αναφοράς το δολάριο που σήμερα κυριαρχούν στις αγορές», προσθέτοντας ότι «πρέπει να κλείσουμε τα κενά που παραμένουν στο ρυθμιστικό πλαίσιο, αν υπάρχουν» και ότι «η Ευρώπη πρέπει να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να διευκολύνει τη δημιουργία stablecoins από εγχώριους χρήστες με νόμισμα αναφοράς το ευρώ».